Για να δείτε το διάλογο στη Βουλη πιέσατε ΕΔΩ
Αίτηση προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Κοντονή
Κύριε Υπουργέ,
Με μεγάλη μας χαρά σας ακούσαμε να αναγνωρίζετε από το βήμα του κοινοβουλίου ότι όντως υπάρχει ανάγκη εκσυγχρονισμού του οικογενειακού μας δικαίου. Με μεγάλη μας χαρά επίσης σας ακούσαμε να καλείτε μεταξύ των άλλων και τις συλλογικότητες κατά την συζήτηση ερώτησης του βουλευτού κ. Ν. Παναγιωτόπουλου την 7η Μαΐου 2018. Ιδιαιτέρως δε η αναφορά σας, εντός του κοινοβουλίου, στη συνάντηση που είχατε με τη δική μας συλλογικότητα μας δίνει το θάρρος να συνεχίσουμε το διάλογο μαζί σας για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση του θέματος. Η επί πολλά έτη και η εις βάθος ενασχόληση μας με το πρόβλημα αυτό, πιστεύουμε ότι μας καθιστά ικανούς να συμβάλουμε στον εκσυγχρονισμό που εσείς προωθείτε. Μέσω της βιωματικής εμπειρίας του θέματος έχουμε επιτύχει σε έναν υψηλό βαθμό την αντικειμενική αντίληψη του προβλήματος. Σε αυτό έχει συμβάλει και η διαχείριση των αρνητικών συναισθημάτων που, όπως είναι εύλογο, μας έχει προκαλέσει η μέχρι τώρα αντιμετώπιση του θέματος από την πολιτεία και κυρίως από τη δικαιοσύνη. Πολλοί από εμάς έχουμε ήδη υποστεί ανήκεστο βλάβη στη σχέση μας με το παιδί μας και η οποιαδήποτε λύση πιθανότατα δεν θα αποκαταστήσει ούτε και κατ’ ελάχιστο τη βλάβη αυτή. Έτσι η ειλικρινής μας πρόθεση είναι να συμβάλουμε στη λύση του προβλήματος και όχι να έρθουμε σε αντιπαράθεση με τον οποιονδήποτε. Η ειλικρινής μας πρόθεση είναι να προλάβουμε ανάλογη βλάβη σε γονείς και παιδιά που δεν έχουν ακόμα βρεθεί στη θέση μας. Επιτρέψτε μας λοιπόν να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις-ενστάσεις σχετικά με όσα αναπτύχθηκαν ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας:
Η πρώτη μας ένσταση σε όσα αναφέρατε είναι ότι στην Ελλάδα δεν πρέπει, δεν επιτρέπεται να γίνεται «επιλογή» γονέων. Ο νόμος προβλέπει και θα έπρεπε να εφαρμόζεται το αντίθετο, οι γονείς να έχουν ίσα δικαιώματα στο γάμο και στη διάσταση ή το διαζύγιο. Χωρίς έρεισμα στο νόμο αναπαράγεται ένα κακοποιητικό νομολογιακό έθιμο.
Και αυτό γιατί ο δικαστής δεν δικαιούται ν’ αφαιρεί και μάλιστα κατά τεκμήριο την επιμέλεια από έναν καλό γονέα. Πολύ περισσότερο δεν δικαιούται ο δικαστής να νομοθετεί ούτε βεβαίως να παραβαίνει νόμους. Η νομολογία δεν αποτελεί πηγή δικαίου, τουλάχιστον άμεση, για το νομικό μας σύστημα. Αφαίρεση γονικής μέριμνας ή επιμέλειας από το δικαστή επιτρέπεται μόνο κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1532 ΑΚ, δηλαδή από τον «κακό» γονιό. Πουθενά δεν αναφέρεται κάποια αρμοδιότητα του δικαστή να «επιλέγει» γονείς και εάν το κάνει συνιστά παράνομη επέμβασή του στις οικογενειακές σχέσεις των πολιτών.
Το μόνο συμφέρον του τέκνου είναι να μεγαλώνει και με τους δύο γονείς του. Το ζήτημα ρυθμίζουν πλήθος νόμων που ισχύουν στην Ελλάδα. Ο Αστικός Κώδικας είναι ο παλαιότερος, γενικότερος και κατώτερος τυπικά από αυτούς. Στους νόμους αυτούς δεν γίνεται καμία αναφορά στο γάμο. Είναι αδιάφορο αν οι γονείς μεταξύ τους ζουν εντός ή εκτός γάμου ή συμβίωσης.
Σαν συμπέρασμα της πρώτης ένστασης είναι ότι η κατά τεκμήριο αφαίρεση της επιμέλειας από το δικαστή συνιστά παραβίαση του άρθρου 8 ΕΣΔΑ και πλήθους άλλων ελληνικών νόμων, κυρωτικών διεθνών συμβάσεων.
Σαν δεύτερη ένσταση κύριε Υπουργέ επισημαίνουμε ότι ο κ. Παναγιωτόπουλος μιλάει για γονείς και εσείς μιλάτε για τον πατέρα.
Πέρα και πάνω από τα φύλα, κανένα κείμενο προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου που έχει κυρωθεί και ισχύει στην Ελλάδα μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα δεν κάνει την παραμικρή αναφορά στο γάμο ή στο φύλο των γονέων. Κάτι τέτοιο μάλιστα επιτάσσει και ο Αστικός Κώδικας όπως σήμερα ισχύει.
Εδώ και περισσότερο από μία δεκαετία, το 10 % των αποφάσεων των δικαστηρίων αναθέτουν επιμέλεια στον πατέρα. Πριν την εισαγωγή του αστικού κώδικα, όταν ακόμα ίσχυε η πατρική εξουσία, επικρατούσε το αντίστροφο.
Η γνώμη μας είναι ότι ο Έλλην δικαστής προκαλεί την ίδια βλάβη τόσο όταν αναθέτει αποκλειστική επιμέλεια στον πατέρα όσο και όταν την αναθέτει στη μητέρα. Γιατί είναι όνειδος για τον πολιτισμό μας η αφαίρεση ενός από τους γονείς από την ανατροφή του παιδιού του.
Αναφερόμαστε σε παλαιότερα υπομνήματά μας για τις επιστημονικά διαπιστωμένες καταστροφικές συνέπειες της αποκλειστικής επιμέλειας καθώς και στις ευεργετικές της κοινής ανατροφής. Οι απόψεις μας βασίζονται σε σύγχρονες επιστημονικές έρευνες, ενώ το νομολογιακό έθιμο βασίζεται σε παρωχημένες επιστημονικές θεωρίες της δεκαετίας του ’50.
Σαν τρίτη παρατήρηση είναι η διευκρίνιση σχετικά με τις δυσκολίες ως προς τους νομικούς όρους και την μετάφρασή τους.
Στην Ελλάδα ο Αστικός Κώδικας χρησιμοποιεί όχι δύο αλλά τρείς όρους : γονική μέριμνα, επιμέλεια τέκνου, φροντίδα του προσώπου του τέκνου. Εξ’ ού και η σύγχυσή. Αυτό που αναφέρετε στη Βουλή ως μέριμνα που είναι μέρος της επιμέλειας είναι η «φροντίδα του προσώπου». Οι παλαιοί όροι στα αγγλικά είναι parental authority, custody, care.
Η κοινή επιμέλεια ήταν ζήτημα που είχε απασχολήσει την υφήλιο τη δεκαετία 1980 – 1990 και σήμερα η επιμέλεια είναι εκ του νόμου κοινή σε όλες τις χώρες. Πράγματι σε άλλες χώρες η συζήτηση για την κοινή φροντίδα του προσώπου (share the care, shared parenting) και ίσο χρόνο είναι ιδιαίτερα επίκαιρη και η κοινή ανατροφή εξαπλώνεται ραγδαία σε όλες τις ηπείρους.
Ειδικότερα για τους όρους, εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια ο όρος parental responsibilities έχει αντικαταστήσει τον παλαιό όρο parental authority / custody. Η ίδια η χώρα μας διεθνώς χρησιμοποιεί τον όρο γονικές ευθύνες όπως κάνει άλλωστε στο εσωτερικό με πέντε πρόσφατα νομοθετήματα τα οποία έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή. Θα θέλαμε επίσης να επισημάνουμε ότι λανθασμένη χρήση όρων προκαλεί σύγχυση στο εξωτερικό και συγκεκριμένα:
α) Στον ΟΗΕ με τις εκθέσεις που υπέβαλε παλαιότερα η χώρα μας λέγοντας «στην Ελλάδα η γονική μέριμνα παραμένει κοινή στο διαζύγιο», από όπου μετά από την αναφορά μας, εκδόθηκε σύσταση να εισαχθεί η κοινή επιμέλεια κα.
β) Στην Ε.Ε. με την εσφαλμένη πληροφόρηση μέσω του site europa.eu.
Επιπλέον όπως ο ίδιος επισημάνατε, στην Ελλάδα ο όρος γονική μέριμνα συμπεριλαμβάνει και τη επιμέλεια. Άρα με την αφαίρεση της επιμέλειας από τον έναν γονέα, το τμήμα εκείνο της γονικής μέριμνας που του απομένει είναι βαριά ακρωτηριασμένο. Στην καθημερινή πρακτική η νομολογία που εφαρμόζουν τα ελληνικά δικαστήρια είναι να επιτρέπουν στο γονέα που «κερδίζει» την επιμέλεια να αποκλείσει, εάν αυτός το επιθυμεί, τον άλλο γονέα από τη ζωή του παιδιού του. Επομένως όχι σπανίως, ο γονέας που χάνει την επιμέλεια κατέχει μία παντελώς άχρηστη για τον ίδιο, αλλά και για το παιδί, γονική μέριμνα. Η πλήρης αποξένωση του παιδιού από έναν καλό γονέα αντιμετωπίζεται από την ελληνική νομολογία ως απλά προσκόμματα στην επικοινωνία τα οποία δεν χρήζουν οποιασδήποτε παρέμβασης. Στη συνέχεια ο Έλλην δικαστής , αδυνατώντας πλέον να επιβάλει την επικοινωνία, «κρύβεται» πίσω από τη γνώμη του αποξενωμένου παιδιού. Όμως αυτή η αποξένωση εκτός από καταπάτηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνιστά κακοποίηση του γονέα, αλλά κυρίως συνιστά κακοποίηση του παιδιού με συνέπειες που θα το βαρύνουν διά βίου.
Σαν τέταρτη επισήμανση έχουμε τη γνώμη ότι το κύριο πρόβλημα δεν είναι η παραβίαση της επικοινωνίας. Το πρωτοπαθές είναι η αφαίρεση της επιμέλειας. Η παραβίαση της επικοινωνίας είναι το δευτεροπαθές. Η παραβίαση της επικοινωνίας είναι συνέπεια, είναι επακόλουθο της αφαίρεσης της επιμέλειας. Γι’ αυτό και η αντιμετώπιση που προτείνετε δεν θα οδηγήσει σε λύση του προβλήματος.
Αν θέσετε ως στόχο την ανατροφή του παιδιού εξίσου και από τους δύο γονείς του, η επικοινωνία με ένα γονιό κατά το χρόνο μέσα στον οποίο το παιδί μένει με τον άλλο, θα γίνεται επί ίσοις όροις : ότι δίνει ο ένας στον άλλο αυτό θα παίρνει. Σαν τέτοια η επικοινωνία θα έχει μόνο τεχνική σημασία.
Η συζήτηση για την επικοινωνία προϋποθέτει μία ανισότητα και μας απομακρύνει από την πραγματική αιτία του προβλήματος. Η ανισότητα αυτή συνίσταται στο ότι το παιδί ανατρέφεται μόνο από τον έναν του γονέα και ότι στερείται την παρουσία και την συμμετοχή του άλλου στην καθημερινότητά του. Αυτό από μόνο του έχει αρνητικές συνέπειες στην ομαλή ψυχονοητική ανάπτυξη του παιδιού.
Το κενό που αναφέρετε δεν είναι έλλειψη επικοινωνίας, είναι έλλειψη κοινής ανατροφής.
Πέμπτη σκέψη μας είναι ότι δεν πρέπει να σκεφτόμαστε με όρους καταναγκασμού και κολασμού. Αντίθετα η λύση είναι ο «εξαναγκασμός των γονέων» σε συνεννόηση. Για να διευκολυνθεί αυτή πρέπει να βρεθούν και οι δύο γονείς σε ίση θέση «ισχύος», να ψηφιστεί δηλαδή το σχέδιο νόμου που έχει ήδη κατατεθεί στη Βουλή ως τροπολογία.
Κατά τη γνώμη μας, η επικοινωνία θα τηρηθεί μόνο όταν κινδυνεύσει και ο άλλος γονιός να λάβει τα ίσα αν δεν τηρήσει τα συμφωνηθέντα ή τα επιδικασθέντα. Πολύ περισσότερο, η συμφωνία των γονέων ως φιλική, πολιτισμένη και εξώδικη λύση δεν θα επιτευχθεί αν και οι δύο γονείς δεν βρεθούν στην ίδια ακριβώς θέση ώστε να μπορούν να συνομιλήσουν.
Φοβούμαστε ότι όποια μέτρα εξαγγέλλετε σα λύση του μείζονος προβλήματος θ’ αποτύχουν γιατί θα προσκρούσουν στο πανίσχυρο νομολογιακό έθιμο και στην αντίσταση ενός συστήματος στην αλλαγή. Στη χώρα μας οι νόμοι αλλάζουν με μία συχνότητα ασυνήθιστα υψηλή, πολλές φορές πριν ακόμη καν προλάβουν να εφαρμοσθούν. Εξαίρεση αποτελεί το οικογενειακό δίκαιο που στέκεται ακλόνητο τα τελευταία 35 χρόνια. Έτσι το παντοδύναμο νομολογιακό έθιμο είναι «εγκυστωμένο» στο σκεπτικό του δικαστή. Το έθιμο αυτό του επέτρεπε όλα αυτά τα χρόνια να νοιώθει απενοχοποιημένος και να εκλογικεύει την παραβίαση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων που προκαλεί η αφαίρεση της επιμέλειας από τον ένα γονέα. Η εφαρμογή αυτού του εθίμου γίνεται όλα αυτά τα χρόνια με έναν ισοπεδωτικό τρόπο σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις. Οι «εγκυστωμένες» σκέψεις-ιδέες είναι ανθεκτικές σε οποιαδήποτε αγωγή, σε οποιαδήποτε θεραπεία. Έτσι η διατήρηση του εθίμου της αποκλειστικής επιμέλειας, ασυνείδητα θα συνεχίσει αποτελεί ένα άλλοθι στη σκέψη του δικαστή ώστε να συνεχίσει να είναι μεροληπτικός σε θέματα που αφορούν στην παραβίαση της επικοινωνίας. Τα μέτρα αυτά που εξαγγέλλετε είναι ανεφάρμοστα και για τρεις ακόμα λόγους:
α) Την παντελή απουσία εκπαιδευμένων-καταρτισμένων κοινωνικών υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για να μπορέσει το δικανικό μας σύστημα να ανταποκριθεί στα οποιαδήποτε μέτρα,
β) την απουσία εκπαιδευμένων οικογενειακών δικαστών και
γ) τη βραδύτητα που διακρίνει το δικανικό μας σύστημα. Πολλές φορές η νομική λύση του προβλήματος επέρχεται με την ενηλικίωση του παιδιού αφήνοντας γονείς και παιδί με δια βίου ανοικτά τραύματα.
Για να καμφθεί το νομολογιακό έθιμο δεν υπάρχει άλλη λύση από την προσχώρηση στο διεθνές πρότυπο και την λήψη συγκεκριμένων νομοθετικών μέτρων για να το κάμψουν.
Τελευταία θα σας επισημάνουμε το ότι μία είναι η διεθνώς αποδεκτή λύση : το Ψήφισμα 2079/2015, όπως πρόσφατα συμπληρώθηκε, της Επιτροπής Ισότητας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης και το οποίο συστήνει στα Κράτη : κοινές γονικές ευθύνες, κοινή απόφαση για τον τόπο κατοικίας του παιδιού, εναλλασσόμενη κατοικία του παιδιού, σχέδια ανατροφής παιδιού, δικαστικές κοινωνικές υπηρεσίες, φιλική δικαιοσύνη, δικαίωμα του παιδιού στην (ψυχική) υγεία κα.
Διατυπώσατε την άποψη Κύριε Υπουργέ ότι το ψήφισμα δεν είναι νομικά δεσμευτικό. Όμως κατά την κρατούσα γνώμη και την γνώμη των θεσμικών οργάνων του ΣτΕ, το ψήφισμα έχει ερμηνευτική αξία για την εφαρμογή των πολλών προγενέστερων αυτού διατάξεων νόμου που ισχύουν και στην Ελλάδα με αυξημένη μάλιστα τυπική ισχύ.
Δηλαδή, το ψήφισμα αυτό και άλλα ερμηνευτικά κείμενα του ΟΗΕ μας λένε το πώς θα εφαρμόσουμε την ΕΣΔΑ, την ΔΣΔΠ την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του παιδιού, κανονισμούς της ΕΕ κα. Η ελληνική νομολογία αντιμετωπίζει όλες αυτές τις συμβάσεις ως νεκρό γράμμα. Ως νομολογιακό έθιμο έχει ως αποτέλεσμα να μην απορρίπτονται οι διεθνείς συμβάσεις συνεπεία κάποιας αιτιολογημένης απόφασης, αλλά να αγνοούνται παντελώς χωρίς καμία αιτιολόγηση.
Επειδή κύριε Υπουργέ πιστεύουμε ότι αποτύχαμε να σας παρουσιάσουμε με πειστικό τρόπο τα αδιαμφισβήτητα οφέλη της σκοπούμενης λύσης, δηλαδή της κοινής ανατροφής, καθώς και του πως θα λειτουργήσει η επόμενη μέρα, όχι βέβαια του πως την ονειρευόμαστε αλλά του πως λειτουργεί στις τόσες χώρες όπου αυτή εφαρμόζεται,
Στην συνέχεια της συνάντησης που είχαμε την τιμή να μας παραχωρήσετε,
ΑΙΤΟΥΜΕΘΑ
Μία συνάντηση μαζί σας προκειμένου να σας αναπτύξουμε τα οφέλη της « επόμενης μέρας».
Αθήνα 14 Μαίου 2018
Ιωάννης ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ,
Δικηγόρος ΔΣΑ
Πρόεδρος Ελληνικού Συμβουλίου Κοινής
Ανατροφής (Σύλλογος Συνεπιμέλεια)
Για να δείτε το διάλογο στη Βουλη πιέσατε ΕΔΩ
Καλή η διπλωματία, αλλά ανεκτίμητη η αλήθεια. Η αποκλειστική επιμέλεια δεν δημιουργήθηκε για να βγάζουν χρήματα οι δικηγόροι, αλλά η πιο σθεναρή αντίδραση για την κατάργηση της έρχεται από τους δικηγόρους, επειδή έχουν χεστει στα φράγκα από αυτήν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο δικηγορικός σύλλογος είναι ο μόνος σύλλογος που δεν έχει αποδεχτεί την συνεπιμελεια στην Ελλάδα. Ο υπουργός δικαιοσύνης τι επαγγελματική?
Εσείς πολύ καλά τα λέτε και τεκμηριωμένα τέλεια ..πίσω ομως από την αδικία που υφίστανται οι γονείς..και πιο συγκεκριμένα οι άντρες γονείς, κρύβεται ο κύκλος του χρήματος…ένας ολόκληρος στρατός δικηγόρων , ζει και πλουτίζει από τις υποθέσεις αντιδικίας μεταξυ των γονέων …ο κύριος κοντονης γνωρίζει πολύ καλά.τι του λέτε…γνωρίζει ποιο είναι το σωστό και το δίκαιο….και για τους γονείς αλλά πάνω από όλα για τα παιδιά . Και γνωρίζει και ξέρει…αλλά ο ελληνικός λαός δεν τον έβαλε στην βουλή για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της κάστας του , πράγμα οφθαλμοφανές και τεκμηριωμένο πλέον , ως αναφορά την δική μου οπτική του μεγάλου αυτού θέματος….έχοντας βιώσει και εγώ στο πετσί μου , όπως και τα παιδιά μου, τις ηθελημενες στρεβλώσεις του συστήματος…. ευχαριστώ πολυ
Το ότι αρκετοί δικηγόροι αποκομίζουν αρκετά χρήματα από αυτές τις υποθέσεις είναι πασιφανές, αφού ένα μεγάλο ποσοστό των πινακίων στα δικαστήρια καταλαμβάνεται από τέτοιες υποθέσεις. Όμως η σχέση αιτίας αποτελέσματος, κατά τη γνώμη μου, είναι η αντίστροφη. Δηλαδή εξ’ αιτίας της αποκλειστικής επιμέλειας αρκετοί δικηγόροι κερδίζουν χρήματα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η αποκλειστική επιμέλεια δημιουργήθηκε και ότι εξακολουθεί να υπάρχει για να κερδίζουν οι δικηγόροι χρήματα. Κατά την ταπεινή μου γνώμη και αυτό αποτελεί ένα στερεότυπο, μία υπεραπλούστευση. Και επιπλέον πιστεύω ότι τέτοιες ιδέες μας αποπροσανατολίζουν, μας κάνουν να χάνουμε το στόχο μας και μας αποδυναμώνουν γιατί περνάνε το μήνυμα ότι οι προσπάθειες μας είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Το παραπάνω κείμενο προς τον υπουργό είναι στη σωστή κατεύθυνση! Πρόθεση μας είναι η λύση του προβλήματος και όχι η σύγκρουση!