Τι μας έμαθε η πανδημία COVID-19 για το σεβασμό του συμφέροντος των παιδιών των οποίων οι γονείς έχουν χωρίσει.
Michel Grangeat
Professeur Émérite de Science del’Éducation
Université Grenoble Alpes – France
Το πρώτο Lockdown μετά την πανδημία COVID-19 έθεσε υπό αμφισβήτηση τον τρόπο ζωής των γονέων στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Με βάση μια έρευνα που διεξήχθη τον Ιούνιο του 2020 μεταξύ των μελών International Counsil on Shared Parenting (ICSP), το παρόν άρθρο προτείνει νέες προοπτικές για την εξέταση του βέλτιστου συμφέροντος των παιδιών με χωρισμένους γονείς που αντλούνται από αυτή τη μοναδική κατάσταση. Εξετάζεται ο βαθμός στον οποίο, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα παιδιά: 1/ είχαν τη δυνατότητα να διατηρούν προσωπικές σχέσεις και άμεση επαφή με τους γονείς τους (ΔΣΔΠ 9.3), 2/ μπορούσαν να εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους για όλα τα θέματα που τα αφορούσαν (ΔΣΔΠ 12), 3/ προστατεύονταν από κάθε μορφή διάκρισης ή αρνητικής επίπτωσης με βάση την κατάσταση των γονέων τους (ΔΣΔΠ 2.2).
- Διατήρηση προσωπικών σχέσεων και άμεσης επαφής με κάθε γονέα
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πολλές κυβερνήσεις δήλωσαν ότι οι μετακινήσεις των παιδιών μεταξύ των κατοικιών των γονέων θα έπρεπε να διατηρηθούν (Βέλγιο, Γαλλία, Πορτογαλία, Σλοβακία ή Ισπανία). Υπογράμμισαν ότι πρέπει να γίνονται σεβαστές οι συμφωνίες ή οι αποφάσεις του οικογενειακού δικαστηρίου οι σχετικές με τη διαμονή με κάθε γονέα, εφόσον προστατεύεται η υγεία των παιδιών. Σε κάθε περίπτωση, το lockdown δεν αποτελούσε επαρκή λόγο για να στερηθεί ένα παιδί ένα από έναν από τους γονείς του. Σε ορισμένες χώρες, η επίσημη θέση δεν ήταν τόσο σαφής, γεγονός που ανάγκασε τις οργανώσεις για τα δικαιώματα του παιδιού να ζητήσουν ακριβέστερες οδηγίες (Ελλάδα, Λουξεμβούργο, Ελβετία). Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι κυβερνήσεις παρέμειναν τελικά στη διατήρηση της επικοινωνίας των παιδιών με κάθε γονέα. Ενώ ορισμένες κυβερνήσεις δεν έχουν λάβει καμία απόφαση σχετικά με τα παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν χωρίσει (Ιταλία), λίγες έχουν αποθαρρύνει έντονα τις μεταβάσεις (Σλοβενία). Σε ορισμένες περιπτώσεις, δικαστικές παρεμβάσεις επέτρεψαν στους χωρισμένους γονείς ν’ αντικαταστήσουν τις μέρες που χάθηκαν με άλλες (Λουξεμβούργο).
Στη Γαλλία, κατά τη διάρκεια του lockdown, επιτρεπόταν η μετακίνηση για επιτακτικούς οικογενειακούς λόγους. Σε αυτούς ρητά περιλαμβάνονταν οι μετακινήσεις των γονέων για τη φροντίδα των παιδιών τους [1]. Ωστόσο, στον επίσημο κυβερνητικό ιστότοπο [2] διευκρινίζεται ότι οι γονείς μπορούν να συμφωνήσουν, σε προσωρινή βάση, σε ένα διαφορετικό πρόγραμμα από αυτό που έχει οριστεί από τον δικαστή προκειμένου να είναι δυνατή η τήρηση των υγειονομικών κανόνων.
Στη Σλοβακία, το Υπουργείο Δικαιοσύνης [3] δήλωσε ότι η πανδημία COVID-19 δεν μπορεί να θεωρηθεί ως βάσιμος λόγος αμφισβήτησης των δικαστικών αποφάσεων σχετικά με την επιμέλεια των παιδιών. Η δικαστική απόφαση είναι δεσμευτική για τους γονείς και δεν μπορούν να την αλλάξουν μονομερώς ή αυθαίρετα. Μια τέτοια συμπεριφορά θα συνιστούσε παραβίαση νομικής υποχρέωσης. Η επαφή μεταξύ παιδιών και γονέων θα πρέπει να διακόπτεται μόνο εάν έχει διαταχθεί η υποχρεωτική απομόνωση (καραντίνα) του παιδιού ή του γονέα, σε περίπτωση διάγνωσης ασθένειας.
Επιπλέον, σε πολλά κράτη, όπως το Βέλγιο, η Σκωτία, η Γαλλία και η Σλοβακία, οι χωρισμένοι γονείς άλλαξαν τον τρόπο επικοινωνίας με τα παιδιά τους. Ορισμένοι γονείς προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν το lockdown για να χωρίσουν το παιδί από τον άλλο γονέα. Παρ’ όλα αυτά, δημοσιογράφοι [5] ή εμπειρογνώμονες [6] ανέφεραν σταθερά ότι πολλοί γονείς έχουν συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να προσαρμοστούν από κοινού μπροστά στην εξωτερική απειλή της ευημερίας του παιδιού τους. Πολλοί εξισορρόπησαν τον χρόνο παραμονής των παιδιών τους με κάθε γονέα για να βελτιώσουν την ευημερία των παιδιών τους, να μοιραστούν την εκπαίδευση και το διάβασμα των παιδιών στο σπίτι, αλλά και για να διευκολύνουν τον κάθε γονέα να εργάζεται πιο εύκολα με τηλεργασία [7]. Κατά κάποιον τρόπο, οι γονείς αυτοί έχουν λάβει υπόψη τους και συνδυάζουν την ευημερία των παιδιών τους, τον καταμερισμό των οικιακών καθηκόντων και την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής.
Ωστόσο, η κατάσταση των παιδιών με χωρισμένους γονείς δεν έχει πάντα αντιμετωπιστεί σε όλη της την ιδιαιτερότητα. Στην Πορτογαλία, επιβλήθηκαν αυστηροί περιορισμοί για λόγους υγειονομικής ασφάλειας κατά τη διάρκεια τριών επιμηκυμένων Σαββατοκύριακων, οι οποίοι οδήγησαν σε περιορισμό της σχέσης των παιδιών και με τους δύο γονείς λόγω της αδυναμίας μετακίνησης μεταξύ των κατοικιών των γονέων. Επιπλέον, σε χώρες όπου οι αποφάσεις αυτές είναι αρμοδιότητα των τοπικών αρχών, οι αντιδράσεις των δικαστών σε διάφορα μέρη της χώρας μπορεί να μην ήταν οι ίδιες. Στην Ισπανία [4], τα συμβούλια διοίκησης οικογενειακών δικαστηρίων της Σαραγόσα και του Βαγιαδολίδ συμφώνησαν ότι οι επισκέψεις τα Σαββατοκύριακα θα πρέπει να διατηρηθούν. Αντίθετα, το συμβούλιο διοίκησης οικογενειακών δικαστηρίων της Μάλαγα ανέστειλε όλες τις μετακινήσεις των παιδιών επειδή δεν προβλέπονταν ρητά από το διάταγμα στις περιπτώσεις της κατ’ εξαίρεση μετακίνησης. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτές ο διαφορετικός τρόπος αντιμετώπισης είχε αντίκτυπο στα παιδιά αυτών των περιοχών καθώς και στα παιδιά των οποίων οι γονείς ζουν σε δύο γειτονικές περιοχές που διέπονται από αντίθετους κανόνες. Το ίδιο ισχύει και μεταξύ των χωρών στις οποίες περιορίστηκαν οι μέχρι τη πανδημία συχνές διασυνοριακές μετακινήσεις των παιδιών (Γερμανία).
Σύμφωνα με το άρθρο 9.3 της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΔΣΔΠ), τα περισσότερα «Συμβαλλόμενα Κράτη σέβονται το δικαίωμα του παιδιού που ζει χωριστά από τους δύο γονείς του ή από τον έναν από αυτούς να διατηρεί κανονικά προσωπικές σχέσεις και να έχει άμεση επαφή με τους δύο γονείς του, εκτός εάν αυτό είναι αντίθετο με το συμφέρον του παιδιού.» Πολλοί γονείς έχουν συνειδητοποιήσει ότι το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού είναι το βασικό τους μέλημα και έχουν ενεργήσει για να διασφαλίσουν την «αναγνώριση της αρχής, σύμφωνα με την οποία και οι δύο γονείς είναι από κοινού υπεύθυνοι για την ανατροφή του παιδιού και την ανάπτυξή του.» Με τον τρόπο αυτό, ακολούθησαν σιωπηρά το άρθρο 18 της ΔΣΔΠ. Ωστόσο, το χαμηλό επίπεδο διακρατικής συνεργασίας οδήγησε σε χαμηλό επίπεδο συμμόρφωσης με το άρθρο 10.2, το οποίο ορίζει ότι «Το παιδί του οποίου οι γονείς διαμένουν σε διαφορετικά Κράτη έχει το δικαίωμα να διατηρεί, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, προσωπικές σχέσεις και τακτική άμεση επαφή με τους δύο γονείς του». Είναι σαφές ότι η πανδημία COVID-19 δημιούργησε μια μοναδική και απροσδόκητη κατάσταση και ότι – καθώς μπορεί να επαναληφθεί – θα πρέπει να προβλεφθούν διαδικασίες από τους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη τα δικαιώματα των παιδιών μετά τη διάσπαση της συμβίωσης των γονέων.
- Εκφράζουν ελεύθερα τις απόψεις τους
Το άρθρο 12 της CRC ορίζει ότι «Τα Συμβαλλόμενα Κράτη εγγυώνται στο παιδί που έχει ικανότητα διάκρισης το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης της γνώμης του σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που το αφορά, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις του παιδιού ανάλογα με την ηλικία του και με το βαθμό της ωριμότητάς του» Αυτό σημαίνει ότι τα δικαστήρια πρέπει να είναι διαθέσιμα για να δέχονται και να ακούν τα αιτήματα των παιδιών.
Σε πολλές χώρες, οι δίκες αναβλήθηκαν και οι προθεσμίες έχουν ανασταλεί, το ίδιο και οι παρεμβάσεις των κοινωνικών λειτουργών (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία, Σλοβακία, Σλοβενία). Τα περισσότερα οικογενειακά δικαστήρια ασχολήθηκαν με επείγουσες υποθέσεις μόνο με τη λήψη ειδικών μέτρων ασφαλείας ή μέσω της χρήσης του Διαδικτύου (Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία). Ελάχιστα θεώρησαν το ζήτημα της επιμέλειας των παιδιών ως επείγουσα υπόθεση (Βέλγιο). Λίγες χώρες έχουν διατηρήσει τις δραστηριότητες οικογενειακής στήριξης σε τακτική βάση, τουλάχιστον μέσω διαδικτυακών λύσεων, εφαρμογών πληροφορικής και ακροαματικών διαδικασιών από απόσταση (Γερμανία). Μερικές φορές οι πάροχοι οικογενειακής διαμεσολάβησης προσέφεραν δωρεάν ηλεκτρονικές υπηρεσίες, αλλά η πραγματική εφαρμογή και η αποτελεσματική λειτουργία τους παρέμειναν πολλές φορές δυσχερείς (Πορτογαλία).
Πάνω απ’ όλα, σε όλες τις χώρες, η διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας όλων των επαγγελματιών της δικαιοσύνης καθώς και αυτών που προσφεύγουν στα δικαστήρια, σήμαινε την επιβράδυνση ή τη διακοπή της διεκπεραίωσης των υποθέσεων. Επιπλέον, ο αντίκτυπος της πανδημίας στο προσωπικό οδήγησε σε σημαντικούς περιορισμούς στις δραστηριότητες της οικογενειακής δικαιοσύνης, καθώς, για παράδειγμα, το κλείσιμο των σχολείων ανάγκασε τους γονείς να μείνουν στο σπίτι. Επιπλέον, η διαδικασία απονομής δικαιοσύνης αποκλείστηκε τελείως επειδή μια κατηγορία επαγγελματιών δεν μπόρεσε να εργαστεί εξ αποστάσεως για τεχνικούς ή νομικούς λόγους. Στη Γαλλία [8], για παράδειγμα, οι δικαστικοί υπάλληλοι διαθέτουν λίγους φορητούς υπηρεσιακούς υπολογιστές της υπηρεσίας και δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση από απόσταση στο λογισμικό διαχείρισης υποθέσεων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το σημαντικό αριθμό καθυστέρησης στις υποθέσεις που πρέπει να εξεταστούν μετά την άρση του lockdown. Σε υποθέσεις που αφορούν τη ζωή και τα δικαιώματα του παιδιού, οι καθυστερήσεις αυτές είναι ιδιαίτερα επιζήμιες. Για παράδειγμα, η αναβολή της επίλυσης του θέματος του τόπου κατοικίας και διαμονής του παιδιού μπορεί να μειώσει σημαντικά τη δυνατότητα να δοθεί λύση γι’ αυτή στο μέλλον.
Έτσι, σε πολλά κράτη, τα παιδιά δεν έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν από τα δικαστήρια, παρόλο που, λόγω της νεαρής ηλικίας τους, μια καθυστέρηση μερικών μηνών στην έκδοση δικαστικής απόφασης ή στην λήψη οικογενειακής στήριξης μπορεί να είναι επιζήμια για αυτά. Σχετικά για την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης (CEPEJ), η Επιτροπή (Comission) της Ε.Ε. έχει αντλήσει διδάγματα από την πανδημία COVID-19 και τις προκλήσεις που αντιμετώπισε το σύστημα δικαιοσύνης κατά τη διάρκειά της πανδημίας [9]. Το CEPEJ τονίζει ότι «η πρόσβαση στη δικαιοσύνη πρέπει να εξασφαλίζεται για όλους τους χρήστες, αλλά σε περιόδους κρίσης υγείας πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις ευάλωτες ομάδες που είναι ακόμη πιο πιθανό να υποφέρουν από την κατάσταση. Συνεπώς, τα δικαστικά συστήματα θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα σε υποθέσεις που αφορούν αυτές τις ομάδες, όπως οι υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας, ιδίως κατά των γυναικών και των παιδιών.» Μπορούμε να προσθέσουμε ότι τα παιδιά των οποίων οι γονείς βρίσκονται σε διάσταση ή σε διαδικασία χωρισμού θα πρέπει να θεωρηθούν ως ευάλωτη ομάδα επειδή, όπως έχουμε ήδη πει, η καθυστέρηση μιας δικαστικής απόφασης που τα αφορά μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή αυτών των ανηλίκων.
- Να προστατεύονται από κάθε μορφή διάκρισης
Κατά τη διάρκεια της κρίσης COVID-19, οι γυναίκες με παιδιά που ζούσα μόνες επηρεάστηκαν έντονα. Από την άλλη πλευρά, οι πατέρες με παιδιά που ζούσαν μόνοι δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τα παιδιά τους. Συνολικά, πολλά παιδιά των οποίων οι γονείς βρίσκονται σε διάσταση βρέθηκαν σε δύσκολες καταστάσεις. Τα παιδιά αυτά βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τα παιδιά των οποίων οι γονείς, αν και σε διάσταση, μοιράζονται εξίσου τις γονικές ευθύνες.
Τα ευρήματα των ερευνών καταδεικνύουν σταθερά τα οφέλη της κοινής γονικής μέριμνας και της εναλλασσόμενης κατοικίας στην ευημερία και τη συμπεριφορά των παιδιών [10,11, 12, 13]. Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των εφήβων που ζουν σε άθικτες οικογένειες και των εφήβων που ζουν σε κοινή επιμέλεια με εναλλασσόμενη κατοικία, όσον αφορά τη σωματική τους υγεία, τα συναισθήματα και την κοινωνική τους συμπεριφορά. Ως επί το πλείστον, ούτε τα παιδιά που ζουν εξίσου και με τους δύο χωρισμένους γονείς τους, ούτε οι γονείς τους μειονεκτούν ή παρεμποδίζονται από τις συχνές αλλαγές κατοικίας. Τα παιδιά σχολικής ηλικίας που διαμένουν σε εναλλασσόμενη κατοικία έχουν επίπεδο ευημερίας ισοδύναμο με εκείνο των παιδιών που οι γονείς τους ζουν μαζί. Τα οφέλη αυτά ισχύουν και για τα παιδιά κάτω των τριών ετών. Ανεξάρτητα από το επίπεδο σύγκρουσης, εκπαίδευσης ή εισοδήματος των γονέων, όσο περισσότερες νύχτες περνάει ένα μικρό παιδί και με τους δύο γονείς, τόσο καλύτερη και πιο ισορροπημένη θα είναι η σχέση του και με τους δύο γονείς ως νεαρός ενήλικας.
Ως εκ τούτου, τα βρέφη, τα παιδιά και οι έφηβοι που ζουν σε καθεστώς αποκλειστικής επιμέλειας, το οποίο τα χωρίζει κατά κανόνα από τον έναν γονέα τους βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με την υγεία, την ψυχολογία και την κοινωνία σε σύγκριση με εκείνους που ζουν σε άλλα καθεστώτα διαμονής [14]. Η εξίσου εναλλασσόμενη κατοικία θα πρέπει να αποτελεί στόχο. Τουλάχιστον, οι γονείς, οι δικαστές και οι επαγγελματίες της οικογενειακής δικαιοσύνης θα πρέπει να ενθαρρύνονται να ευνοούν ρυθμίσεις κατοικίας που επιτρέπουν στο παιδί να ζει με κάθε γονέα όσο το δυνατόν συχνότερα και για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Όπως ορίζει ο νόμος της Αριζόνα, ο γενικός στόχος της νομοθεσίας θα πρέπει να είναι ότι, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι προς το συμφέρον του παιδιού να έχει ουσιαστικό, με περιεχόμενο, συχνό και συνεχή χρόνο με κάθε γονέα.
- Συμπέρασμα
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, πολλοί χωρισμένοι γονείς άλλαξαν τις σχέσεις τους για ν’ανταποκριθούν στις ανάγκες των παιδιών τους. Άλλαξαν τις συνήθειές τους για να αυξήσουν τον χρόνο που περνούν με τα παιδιά τους. Αυτοί οι γονείς κατέβαλαν προσπάθεια να ελαχιστοποιήσουν τις διαφωνίες ή ακόμα και τις συγκρούσεις τους. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι φορείς της οικογενειακής δικαιοσύνης θα μπορούσαν να ενισχύσουν αυτή τη δυναμική βελτιώνοντας τους νόμους και τις πρακτικές όπου χρειάζεται. Θα πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να μεγιστοποιείται ο χρόνος που τα παιδιά μπορούν να περνούν με κάθε γονέα, ακόμη και όταν βρίσκονται σε διάσταση.
Οι προσπάθειες αυτές θα μπορούσαν να υποστηριχθούν από τους θεσμικούς φορείς με τρεις τρόπους:
- Ν’ αναπτυχθούν οι γονικές άδειες, ιδίως οι άδειες πατρότητας, προκειμένου να ενισχυθούν τόσο οι δεσμοί μεταξύ των παιδιών και του πατέρα όσο και η γονική ευθύνη κάθε γονέα. Αυτό είναι σύμφωνο με την ευρωπαϊκή οδηγία για τη συμφιλίωση της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής των γονέων, η οποία έχει ως στόχο να δώσει στις γυναίκες και στους άνδρες το δικαίωμα να διαδραματίζουν ίσο ρόλο στο σπίτι και στον εργασιακό χώρο.
- Να προετοιμαστούν τα εθνικά δικαστικά συστήματα για ν’αντιμετωπίσουν μια επαναλαμβανόμενη κρίση υγείας. Θα πρέπει να προβλεφθούν αποτελεσματικές λύσεις που θα διασφαλίζουν τη συνέχεια στο έργο των δικαστηρίων και την πρόσβαση στην οικογενειακή δικαιοσύνη, με σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων. Η έννοια του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού στο πλαίσιο του χωρισμού των γονέων θα πρέπει να οριστεί και να συγκεκριμενοποιηθεί με λεπτομερείς οδηγίες για τον τρόπο εφαρμογής του στις διαδικασίες ενώπιον δικαιοσύνης [9, 16].
- Να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή, σε περιόδους κρίσης υγείας, στα παιδιά των οποίων οι γονείς βρίσκονται σε διάσταση, ώστε να διασφαλίζονται οι ανάγκες και τα δικαιώματά τους να έχουν τακτική επαφή με τους γονείς τους. Από τη μία πλευρά, είναι απαραίτητο να αποτραπεί η εξάπλωση των ιών, αλλά από την άλλη πλευρά, στο ίδιο επίπεδο, είναι απαραίτητο να διατηρηθεί η ανάπτυξη και η ευημερία των παιδιών. Τα παιδιά θα πρέπει να μπορούν να μετακινούνται μεταξύ των πατρικών τους σπιτιών, εντός της περιοχής τους, ακόμη και πέρα από τα σύνορα, ώστε να έχουν επαρκή επαφή με τους γονείς τους.
- Παραπομπές
[1] Direction de l’information légale et administrative (Premier ministre). Publié le 24 mars 2020. Confinement : ce qui est interdit, ce qui est permis. https://www.service-public.fr/particuliers/actualites/A13922
[2] Ministère de la Justice. FAQ – Espace pour les particuliers. http://www.justice.gouv.fr/faq-infocovid-particuliers-12984/#question_7000
[3] MinisterstvospravodlivostiSlovenskejrepubliky. Najlepšízáujemdieťaťa je prvoradý. http://www.justice.gov.sk/Stranky/aktualitadetail.aspx?announcementID=2738
[4] El Mundo. Si estáseparado y tienecustodiacompartidaverámás a sus hijos si vive en Valladolid que en Málaga. https://www.elmundo.es/espana/2020/03/20/5e74b12a21efa0981e8b456f.html
[5] Le Monde. Les petits arrangements des parents séparés en période de confinement. https://www.lemonde.fr/societe/article/2020/04/08/les-petits-arrangements-des-parents-separes-en-periode-de-confinement_6035904_3224.html
[6] NYU Langone Health. Divorce, Co-Parenting & COVID-19: Challenges &Opportunities. Retrieved from https://nyulangone.org/news/divorce-co-parenting-covid-19-challenges-opportunities
[7] Le Ligueur. Garde des enfants : pas d’ajustement sans un commun accord. https://www.laligue.be/leligueur/articles/garde-des-enfants-pas-d-ajustement-sans-un-commun-accord
[8] Jean, J.P. Les systèmes de justice face à la pandémie du Covid-19. https://www.leclubdesjuristes.com/blog-du-coronavirus/que-dit-le-droit/les-systemes-de-justice-face-a-la-pandemie-du-covid-19/
[9] CEPEJ. Lessons learnt and challenges faced by the judiciary during the COVID-19 pandemic. Retrieved from https://rm.coe.int/declaration-en/16809ea1e2
[10] Nielsen, L. (2018). Preface to the Special Issue: Shared Physical Custody: Recent Research, Advances, and Applications, Journal of Divorce & Remarriage, 59:4, 237-246.
[11] Braver, S. L.& Lamb, M.E (2018). Shared Parenting After Parental Separation: The Views of 12 Experts. Journal of Divorce & Remarriage, 59:5, 372-387.
[12] Braver, S. L. & Lamb, M.E & Holstein, N. (2018).Factors associated with successful shared parenting following family dissolution.Journal of Child Custody, 15:1, 1-3.
[13] Grangeat, M. (2019). Résidence alternée : État des lieux des pratiques et des recherches. Droit de la famille, n° 7-8, dossier 27.
[14] Fransson, E., Hjern, A. & Bergström, M. (2018). What Can We Say Regarding Shared Parenting Arrangements for Swedish Children? Journal of Divorce & Remarriage, 59:5, 349-358.
[15] Arizona State Legislature. Marital and domestic relations. Titles 25-103; 25-403; 25-403.02. https://www.azleg.gov/arsDetail/?title=
[16] Regína Jensdóttir (2016). The concept of the child’s best interests in the work of the Council of Europe. In Council of Europe (pp. 81-85) The best interests of the child – A dialogue between theory and practice. Council of Europe. Strasbourg. https://rm.coe.int/1680657e56