4 Φεβρουαρίου 2011
Συγκρουσιακά διαζύγια
«Τα παιδιά του Αρμαγεδδώνα»
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΟΛΑΪΤΗΣ Επίκ. Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής (*
Τα διαζύγια που συνοδεύονται από έντονες διαμάχες και συγκρούσεις (10-15% των οικογενειών στις ΗΠΑ), αν και δεν αποτελούν την πλειοψηφία των περιστατικών που παραπέμπονται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους, συνδέονται με ψυχική φθορά στα ίδια τα παιδιά, στις οικογένειές τους, καθώς επίσης και στους ειδικούς ψυχικής υγείας ή άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Τα παιδιά αυτά, γνωστά και ως «παιδιά του Αρμαγεδδώνα», εμπλέκονται και δοκιμάζονται στις μακροχρόνιες δικαστικές διαμάχες των χωρισμένων γονέων τους και χρειάζεται να διακρίνονται από τα παιδιά του διαζυγίου, όπως επίσης και οι επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική τους υγεία 1, 2.
Η συνεχιζόμενη έκθεση ενός παιδιού στις σοβαρές συγκρούσεις των γονέων του, είτε στα πλαίσια γάμου είτε στα πλαίσια διαρκούς ανταγωνισμού μετά το διαζύγιο, προκαλεί σοβαρό κίνδυνο για την ψυχική του υγεία και ανάπτυξη. Χωρίς να είναι γνωστοί οι ακριβείς μηχανισμοί μέσω των οποίων επιβαρύνονται τα παιδιά, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, σοβαρές αντιδράσεις τους ακόμα και στον έλεγχο της πραγματικότητας. Μελέτες που πραγματοποιήθηκαν 10-15 χρόνια μετά το διαζύγιο, έδειξαν ότι οι νεαροί πια ενήλικες μπορεί να καταδιώκονται ακόμα από ζωντανές αναμνήσεις των συγκρούσεων των γονέων τους ενώ ένας σημαντικός αριθμός από αυτούς τους νέους θα εμπλακεί σε σχέσεις, στις οποίες υπάρχει κακοποίηση1.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα παιδιά μπορεί να γίνουν φοβισμένοι και έκπληκτοι παρατηρητές ή καταγγέλλοντες, ως αρχαίος Ελληνικός χορός, των γονέων τους ή ακόμα και ένθερμοι υποστηρικτές του ενός εναντίον του άλλου. Οι νέες συμμαχίες που δημιουργούνται υπηρετούν την πίστη του παιδιού στο γάμο ή την υπεράσπιση και διάσωση ενός γονέα με τον οποίο ταυτίζεται το παιδί και τον οποίο εκείνο θεωρεί, μερικές φορές μάλιστα λανθασμένα, ως θύμα. Τέτοιες συμμαχίες συμβαίνουν συχνά μεταξύ ενός παιδιού προεφηβικής ηλικίας και του γονέα που αντιτίθεται στο διαζύγιο. Η ομολογούμενη ατζέντα τέτοιων συμμαχιών είναι πιθανώς η αποκατάσταση του γάμου που απέτυχε, ενώ η κρυφή ατζέντα είναι συνήθως η εκδίκηση. Οι νέες συμμαχίες που προκύπτουν εξυπηρετούν διάφορες ψυχολογικές ανάγκες γονιών και παιδιών, όπως π.χ. την ανακούφιση της μοναξιάς που ακολουθεί το διαζύγιο και ως ισχυρό αντίδοτο στον μεγάλο ψυχικό πόνο από την απόρριψη και το αίσθημα αβοήθητου2.
Στις χρόνιες διαμάχες μετά από το διαζύγιο, οι ισχυρότερες συμμαχίες συμβαίνουν στις ηλικίες 9-12 ετών. Στην προεφηβεία τα παιδιά συχνά αναπτύσσουν πολωμένες απόψεις υπό την πίεση και επήρεια του γονέα που επιδιώκει την αποξένωσή τους από τον γονέα-στόχο. Υπάρχουν γονείς που αποξενώνουν, και οι οποίοι μπορεί να περιμένουν επί χρόνια μέχρι τα παιδιά φτάσουν σ’ αυτή την ηλικία με στόχο να τα κατευθύνουν σε καταστροφικές πράξεις και να αρχίσουν περισσότερες δικαστικές διώξεις3.
Σύμφωνα με τους Wallerstein and Corbin 1, τέτοιες συμμαχίες φαίνεται πως γενικά δεν διαρκούν πολύ στη ζωή του παιδιού. Πολλοί νεαροί αναφέρουν αργότερα πως οι αντιδράσεις τους απέναντι στον «απαίσιο» γονιό κυριαρχούνταν από αντιλήψεις ανεξάρτητες από τη δική τους κρίση, κάτι για το οποίο μετανιώνουν ενώ είναι συχνά έντονος ο θυμός τους ότι εξαπατήθηκαν και δεν είχαν αληθινή σχέση και με τους δύο γονείς τους ή κάποιοι εκφράζονται με πολλή ενοχή για την άσχημη συμπεριφορά τους απέναντι στον ένα γονέα τους.
Τις τελευταίες δεκαετίες, παρατηρούμε στην καθημερινή κλινική παιδοψυχιατρική πρακτική τα διαρκώς αυξανόμενα αιτήματα χωρισμένων κυρίως γονέων (συνήθως μητέρων) για σεξουαλική (ή/και σωματική) κακοποίηση του παιδιού τους από τον άλλο γονέα (συνήθως πατέρα), συχνά στα πλαίσια διαφορών και συγκρούσεων για την επιμέλεια, επικοινωνία, διατροφή και άλλα θέματα που συνοδεύουν και ακολουθούν το διαζύγιο, γεγονός που προκύπτει και από τη διεθνή εμπειρία4. Σήμερα πια, ολοένα και περισσότερες τέτοιες περιπτώσεις παιδιών εξετάζονται επανειλημμένα και για πολλά χρόνια από διάφορες υπηρεσίες καθώς και από ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας, οι οποίοι στερούνται συχνά ειδικής γνώσης και εμπειρίας, διαδικασία που από μόνη της μπορεί να προκαλέσει κακοποίηση σε ένα παιδί και θέτει σε αμφιβολία την αξιοπιστία των ισχυρισμών του, ακόμα κι αν αυτοί είναι αληθινοί.
Δύο σύνδρομα, τα οποία συμβαίνουν με αυξημένη συχνότητα από τη δεκαετία του 1980, περιγράφονται στη συνέχεια. Το πρώτο καλείται «Ισχυρισμοί για Σεξουαλική Κακοποίηση Παιδιών σε Πλαίσια Συγκρουσιακών Διαζυγίων» (ή Sexual Abuse Allegation in Divorce Syndrome, SAID Syndrome) και το δεύτερο «Σύνδρομο Αποξένωσης από τον Γονέα» (Parental Alienation Syndrome, PAS Syndrome).
Ισχυρισμοί για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών σε πλαίσια συγκρουσιακών διαζυγίων (ή Sexual Abuse Allegation in Divorce Syndrome, SAID Syndrome)
Στις ΗΠΑ τα ποσοστά ψευδών ή μη επιβεβαιωμένων καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης αφορούσαν τις μισές περίπου περιπτώσεις σε παιδιά προσχολικής ηλικίας5,6. Σύμφωνα με άλλα στοιχεία, το 1993 τα ποσοστά μη τεκμηριωμένων ισχυρισμών κακοποίησης εκτοξεύθηκαν στο 66% (έναντι 35% το 1975) και σε πολλές περιπτώσεις αναφερόμενης κακοποίησης στα πλαίσια διαζυγίων ήταν ψεύτικες και η πλειοψηφία τους προέρχονταν από γυναίκες (μητέρες). Βεβαίως η μη τεκμηρίωση των ισχυρισμών δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν έχει συμβεί σεξουαλική κακοποίηση ή ότι απαραίτητα υπάρχει πρόθεση, αφού μπορεί να έχουν παρεξηγηθεί λόγια ή συμπεριφορές των παιδιών6. Τα παιδιά στις περιπτώσεις αυτές χρησιμοποιούνται σαν πιόνια του ενός γονέα στην προσπάθειά του να πληγώσει ή ακόμα και να καταστρέψει τον άλλο γονέα και πρώην σύζυγο. Οι ισχυρισμοί κακοποίησης, ακόμα και αν αποδειχθούν ψεύτικοι, μπορεί να έχουν βλαπτική επίδραση στη ζωή ενός ανθρώπου, καθώς και του παιδιού του.
Αντίθετα, σύμφωνα με τη μελέτη των Thoennes and Tjaden7, η οποία είχε χρηματοδοτηθεί από το Εθνικό Κέντρο Παιδικής Κακοποίησης και Παραμέλησης των ΗΠΑ, το ποσοστό δεν ξεπερνούσε τότε το 2%. Σύμφωνα με τις ερευνήτριες, τα δικαστήρια και οι υπηρεσίες προστασίας των παιδιών θα πρέπει να συνεργάζονται και συντονίζονται στη διαχείριση τέτοιων περιπτώσεων και να τους παρέχουν το χρόνο και την προσοχή που απαιτούν.
Και τα ίδια τα παιδιά όμως είναι πιθανό να κάνουν ψευδείς καταγγελίες για λόγους συνειδητούς ή ασυνείδητους, ή αντίθετα να αρνηθούν κακοποίηση που έχει συμβεί. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών που είναι «προγραμματισμένα», ιδιαίτερα όταν υπάρχουν διαφορές και διενέξεις μεταξύ των γονέων τους8. Στις περιπτώσεις αυτές τα παιδιά χρησιμοποιούν ορολογία και λέξεις των ενηλίκων, «παπαγαλίζουν» την ίδια ιστορία ξανά και ξανά, σαν να την έχουν απομνημονεύσει, σε αντίθεση με παιδιά που έχουν πραγματικά κακοποιηθεί και δεν επιθυμούν να μιλούν για την εμπειρία τους αφού ντρέπονται ή τους είναι επώδυνο. Επιπλέον είναι λιγότερο πιθανό να δώσουν λεπτομέρειες ή λογική συνέχεια στα γεγονότα. Στις ερωτήσεις απαντούν με ασάφειες και αοριστίες ή γυρνούν προς τον γονέα για βοήθεια9. Στα μικρότερα παιδιά παίζουν ρόλο η φαντασία, η υποβολιμότητα και οι κατευθυντικές ερωτήσεις, ενώ στα μεγαλύτερα μπορεί να υπάρχει επιθυμία να εκδικηθούν ή να αντλήσουν κάποιο όφελος10.
Σύμφωνα με τους Paradise et al11, σε 39% των περιστατικών τους με αναφερόμενη σεξουαλική κακοποίηση εναντίον του γονέα, υπήρχαν διαφορές σε θέματα επιμέλειας ή επικοινωνίας. Στην ίδια μελέτη, τα παιδιά αυτά ήταν μικρότερης ηλικίας συγκριτικά με παιδιά στα οποία δεν υπήρχαν τέτοια θέματα, και οι ισχυρισμοί για σεξουαλική κακοποίηση εδραιώνονταν λιγότερο συχνά όταν συνυπήρχαν γονικές συγκρούσεις (67% έναντι 95%, μη σημαντική διαφορά), εντούτοις εδραιώνονταν σε περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις.
H Καναδική Μελέτη Επίπτωσης Αναφερόμενης Κακοποίησης και Παραμέλησης Παιδιών12, η οποία στηρίχθηκε στη μελέτη 7672 περιπτώσεων από τις υπηρεσίες πρόνοιας της χώρας, έδειξε πως περισσότερες από το 1/3 από αυτές δεν αποδείχθηκαν, αλλά μόνο 4% όλων των περιπτώσεων θεωρήθηκαν πως κατασκευάστηκαν με πρόθεση. Μεταξύ των περιπτώσεων με διαφωνίες για την επιμέλεια του παιδιού ή την επικοινωνία μαζί του, το ποσοστό ψευδών καταγγελιών ήταν μεγαλύτερο, δηλαδή 12%. Η συνηθέστερη μορφή επινοημένης κακομεταχείρισης ήταν η παραμέληση, ενώ άτομα που κατήγγειλαν ανώνυμα και γονείς που δεν είχαν την επιμέλεια (συνήθως πατέρες) έκαναν συχνότερα καταγγελίες με πρόθεση. Από το σύνολο των καταγγελιών με πρόθεση, οι γονείς που είχαν την επιμέλεια (συνήθως μητέρες) και τα παιδιά είχαν τις λιγότερες πιθανότητες να κατασκευάσουν καταγγελίες κακοποίησης ή παραμέλησης.
Σε άλλη μελέτη βρέθηκε πως τουλάχιστον 24% των αποφάσεων επιβεβαίωσης των καταγγελιών είναι είτε ψευδείς θετικές είτε ψευδείς αρνητικές13. Πολλοί πιστεύουν πως τα παιδιά «λένε πάντα την αλήθεια», αγνοώντας το γεγονός πως τα παιδιά μπορούν να εκπαιδευτούν να «παπαγαλίσουν» σχεδόν ο,τιδήποτε και να κατευθύνονται ώστε να σχετίζουν ιστορίες αληθινές και ψεύτικες, να χρησιμοποιούνται σαν πιόνια και να εμπλακούν ή όχι στους βλαβερούς χειρισμούς ή τη νοοτροπία του γονέα που κατηγορεί ή και αποξενώνει το παιδί του από τον άλλο γονέα8,14.
Το σύνδρομο αποξένωσης από τον γονέα (Parental Alienation Syndrome)
Πρόκειται για ακραίο φαινόμενο που συμβαίνει συνήθως στα πλαίσια έντονα συγκρουσιακών διαζυγίων και από μερικούς θεωρείται μορφή κακοποίησης του παιδιού, ενώ αντίθετα άλλοι αμφισβητούν την ύπαρξή του, αφού δεν περιλαμβάνεται στα ισχύοντα διαγνωστικά ταξινομητικά συστήματα της ψυχιατρικής. Περιγράφονται τρεις διαφορετικοί τύποι γονέων που αποξενώνουν τα παιδιά τους από τον άλλο γονέα15. Ο πρώτος είναι ο αφελής που αναγνωρίζει τη σημασία και ενθαρρύνει τη σχέση των παιδιών του με τον άλλο γονέα και μόνο περιστασιακά θα κάνει ή θα πεί κάτι που μπορεί να αποξενώσει, χωρίς όμως να έχει τέτοια πρόθεση. Ο δεύτερος είναι ο γονέας που ενεργά αποξενώνει με τη συμπεριφορά του τα παιδιά από τον γονέα τους. Μπορεί ακόμα και να αφήνει στα παιδιά την επιλογή εάν θέλουν ή όχι επαφή με τον άλλο γονέα. Ο τρίτος τύπος είναι εκείνος που με εμμονή κάνει οτιδήποτε για να συμμαχήσει με τα παιδιά καθώς επίσης και να τα αποξενώσει από τον άλλο γονέα (γονέα-στόχο). Μερικά από τα όπλα που χρησιμοποιούν τέτοιοι γονείς είναι ψεύτικοι ισχυρισμοί για σωματική ή σεξουαλική ή συναισθηματική κακοποίηση των παιδιών τους ή ψυχική αρρώστια ή αλκοολισμό ή χρήση ουσιών ή ομοφυλοφιλία του γονέα-στόχου. Πρόκειται για μορφή γονεκτομής (parentectomy) ή απομάκρυνσης ή απάλειψης του γονέα-στόχου από τη ζωή των παιδιών του.
Στις ελαφρές περιπτώσεις του συνδρόμου υπάρχει, μεταξύ άλλων, έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ παιδιού και γονέα-στόχου ανάμεσα στις επισκέψεις, το παιδί εκφράζεται αρνητικά γι’ αυτόν. Στη μέτριας βαρύτητας αποξένωση το παιδί εκφράζει δυσαρέσκεια για τις επισκέψεις στο γονέα-στόχο, αρνείται να ακούσει οτιδήποτε γι’ αυτόν, ιδιαίτερα εάν είναι καλό, αρνείται να μιλήσει απευθείας μαζί του ή/και ευχαριστείται να ακούει αρνητικά νέα γι’ αυτόν. Εκδηλώσεις σοβαρής αποξένωσης αποτελούν η ανοικτή κριτική του γονέα-στόχου, η απαίτηση από το παιδί να κρατάει μυστικά από αυτόν, παντελής έλλειψη ευγένειας προς τον γονέα-στόχο και ψεύτικοι ισχυρισμοί κακοποίησης16. Στις τελευταίες περιπτώσεις, οι ειδικοί ψυχικής υγείας γίνονται ακροατές ενός τρόπου σκέψης τύπου άσπρου-μαύρου, σχόλια για όλα ή τίποτα, καθώς και ότι υπάρχει ένας απόλυτα καλός και ένας απόλυτα κακός γονέας16.
Διαχείριση-προτάσεις
Τα συγκρουσιακά διαζύγια αποτελούν ολοένα και συχνότερη αιτία προσέλευσης στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους. Δύο αρκετά συχνές εκδηλώσεις του φαινομένου είναι οι ψεύτικοι ισχυρισμοί κακοποίησης του παιδιού και η προσπάθεια αποξένωσής του από τον γονέα-στόχο, καταστάσεις οι οποίες, εκτός των άλλων επιπτώσεων στα παιδιά και τους γονείς τους, εγείρουν σημαντικά κλινικά και ηθικά θέματα 12.
Οι ειδικοί ψυχικής υγείας (παιδοψυχίατροι, παιδοψυχολόγοι κλπ) που ασχολούνται με τέτοιες περιπτώσεις επιβάλλεται να διαθέτουν την ειδική γνώση, εμπειρία και ειδικές τεχνικές εξέτασης του παιδιού, να κατανοούν τα κίνητρα των εμπλεκομένων και να μπορούν να ξεχωρίζουν πραγματικές από ψεύτικες περιπτώσεις κακοποίησης 5, 13, 17, 18. Οι ειδικοί αυτοί πρέπει να είναι επιφυλακτικοί σε καταγγελλόμενες περιπτώσεις κακοποίησης σε πλαίσια διαζυγίων ή επιμέλειας παιδιών και να τεκμηριώνουν τέτοιες καταγγελίες 14. Από την άλλη μεριά, χρειάζεται μεγάλη προσοχή αφού υπάρχουν υψηλά ποσοστά πραγματικής σεξουαλικής κακοποίησης σε πλαίσια συγκρουσιακών γάμων 19.
Χρειάζεται επίσης να ελέγχεται η πιθανότητα ύπαρξης ψυχικής διαταραχής (π.χ. παραληρητικού τύπου) ή διαταραχής προσωπικότητας στους γονείς που καταγγέλλουν, αφού π.χ., συχνά γονείς με διαταραχές προσωπικότητας οριακού ή ναρκισσιστικού ή οιστριονικού (υστερικού) τύπου μπορεί να χρησιμοποιήσουν τα παιδιά τους σαν πιόνια σε διεκδικήσεις επιμέλειας, επικοινωνίας κλπ. Άτομα με διαταραχή προσωπικότητας οριακού τύπου τυπικά παραμορφώνουν, υπερβάλλουν, περνούν τα λόγια τους σε πράξεις και συχνά ψάχνουν και καταφεύγουν σε ειδικούς με στόχο να συνεργαστούν με τις δικές τους παραληρητικές ιδέες 14.
Είναι απαραίτητη η συνεργασία μεταξύ όλων των εμπλεκομένων ειδικών σε περιπτώσεις συγκρουσιακών διαζυγίων καθώς και η ενημέρωση και άλλων επιστημόνων που ασχολούνται με παιδιά (π.χ. εισαγγελείς ανηλίκων, δικαστές) σχετικά με το φαινόμενο και τις επιπτώσεις του7,13,20. Οι δικαστές χρειάζεται να αξιολογούν στοιχεία που είναι τεκμηριωμένα ή όχι, αλλά απλώς λέγονται, να επισημαίνουν τις ασάφειες και ασυνέπειες, και να παίρνουν αποφάσεις που δεν θα επιτρέπουν χρονοβόρες διαδικασίες βλαπτικές για τα παιδιά. Σε σοβαρές τουλάχιστον περιπτώσεις αποξένωσης η νομοθεσία να προβλέπει την επιβολή θεραπείας στον γονέα που συνειδητά και με δόλο αποξενώνει, την αφαίρεση της επιμέλειας από αυτόν/ήν, αποκατάσταση της σχέσης παιδιού και γονέα-στόχου, και την επιβολή βαριάς χρηματικής ποινής 14.
Σε μερικές πολιτείες των ΗΠΑ πρόσφατα εφαρμόζονται νέοι νόμοι για την τιμωρία γονέων, οι οποίοι εν γνώσει τους και με δόλο κατασκευάζουν καταγγελίες κακοποίησης, προκειμένου να κερδίσουν οικονομικά, υλικά ή σε θέματα επιμέλειας των παιδιών τους.
Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχουν ή δεν έχουν αναπτυχθεί επαρκώς θεσμοί όπως το Οικογενειακό Δικαστήριο, το σώμα πραγματογνωμόνων, ειδικά τμήματα και υπηρεσίες, ενώ είναι ανεπαρκώς στελεχωμένες οι αρμόδιες εισαγγελικές κ.ά. υπηρεσίες. Αποτέλεσμα της υπάρχουσας δυσλειτουργίας στη χώρα μας είναι, μεταξύ άλλων, μικρός αριθμός ειδικών ψυχικής υγείας σε συγκεκριμένες παιδοψυχιατρικές υπηρεσίες, κυρίως γενικών νοσοκομείων, να σηκώνουν χωρίς την αναγκαία υποστήριξη το δυσανάλογο βάρος τέτοιων περιστατικών, με επιπτώσεις και στη γενικότερη λειτουργία αυτών των υπηρεσιών.
Συχνά υπάρχει ανάγκη για θεραπεία του παιδιού ή/και των γονέων του, με τη μορφή της ατομικής ή οικογενειακής ψυχοθεραπείας ή/και συμβουλευτικής των γονέων. Οι παιδίατροι και άλλοι ειδικοί υγείας που ανιχνεύουν τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να τις παραπέμπουν σε εξειδικευμένους ειδικούς ψυχικής υγείας για περαιτέρω διαχείριση και θεραπεία.
Τέλος, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί από όλους τους εμπλεκόμενους η σημασία του, γενικά παραγνωρισμένου, ακόμα και σήμερα, ρόλου και της ουσιαστικής παρουσίας του πατέρα ή κάποιου πατρικού υποκατάστατου στη ζωή των παιδιών 21-24. Στη χώρα μας, συχνά αμφισβητούνται αποφάσεις δικαστηρίων, οι οποίες στη μεγάλη πλειοψηφία είναι υπέρ των χωρισμένων μητέρων, λόγω μη επαρκούς τεκμηρίωσης ή ακόμα και προκατάληψης.
Συμπερασματικά, είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα σε όλα τα παραπάνω επίπεδα ώστε να περιοριστούν οι επιπτώσεις του προβλήματος των συγκρουσιακών κυρίως διαζυγίων προς όφελος πρωτίστως των παιδιών, των οικογενειών τους καθώς και όλων των εμπλεκομένων ειδικών ψυχικής υγείας, δικαστικών λειτουργών, νομικών και άλλων. Σε αντίθετη περίπτωση προκαλείται ανασφάλεια και απώλεια της εμπιστοσύνης στα παιδιά που έχουν ανάγκη να νοιώθουν ότι μεγαλώνουν σε ένα κόσμο που τους παρέχει αγάπη, ασφάλεια και προστασία.
________________________________________
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Wallerstein J and Corbin S. The Child and the Vicissitudes of Divorce. In Child and Adolescent Psychiatry-Comprehensive Textbook (ed. M Lewis), Baltimore: Williams and Wilkins, 1991: 1108-1118
2. Roseby V, Johnston JR. Children of Armageddon. Common developmental threats in high-conflict divorcing families. Child Adolesc Psychiatr Clin N Am, 1998, 7 (2): 295-309
3. Dunn J, O’Connor TG, Cheng H. Children’s responses to conflict between their different parents: mothers, stepfathers, non-resident fathers, and non-resident stepmothers. J Clin Child Adolesc Psychol, 2005, 34 (2): 223-234
4. Gónter M, du Bois R, Eichner E, Rφcker D, Boos R, Klosinski G, Deberding E. Allegations of sexual abuse in child custody disputes. Med Law, 2000, 19: 4
5. Green A. True and false allegations of sexual abuse in child custody disputes. J Am Acad Child Psychiatry, 1986, 25: 449-456
6. Meadow R. What is and what is not “Munchausen syndrome by proxy”? Arch Diseas Childhood, 1995, 72: 534-538
7. Thoennes N and Tjaden PG. The extent, nature, and validity of sexual abuse allegations in custody/visitation disputes. Child Abuse and Neglect, 1990, 14: 151-163
8. Tong D. Elucive Innocence-Survival Guide for the Falsaely Accused. Lafayette, LA: Huntington House, 2002
9. Yates A. Sexual abuse of children. In: Textbook of Child and Adolescent Psychiatry, 2nd edition (ed. Wiener J). Washington: American Academy of Child and Adolescent Psychiatry, American Psychiatric Press, 1997: 699-709
10. Αsh P and Derdeyn A. Forensic Child and Adolescent Psychiatry: A Review of the Past 10 Years. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry, 1997, 36 (11): 1493-1502
11. Paradise JE, Rostein AL, Nathanson M. Substantiation of sexual abuse charges when parents dispute custody or visitation. Pediatrics, 1990, 86 (3): 488-490
12. Trocmι N, Bala N. False allegations of abuse and neglect when parents separate. Child Abuse Neglect, 2005, 29 (12): 1333-1345
13. Herman S. Improving decision making in forensic child sexual abuse evaluations. Law and Human Behavior, 2005, 29 (1): 87-120
14. Summers CC, Summers DM. Parentectomy in the crossfire. Am J Fam Ther, 2006, 34 (3): 243-261, //www.deltabravo.net/custody/falseacc2.php
15. Jeanes MK. Children of Divorce- A view For the Bench (DVD 42 mins). Clerk of Superior Court, Maricopa County, Phoenix, AZ, 2003
16. Faller KC. Is the child victim of sexual abuse telling the truth? Child Abuse Neglect, 1984, 8: 473-481
17. Derdeyn AP, Poehailos A, Seigle E. Adequate evaluation of divorce-related child sexual abuse allegations. Bull Am Acad Psychiatry Law, 1994, 22 (2): 279-287
18. Corwin D, Berliner L, Goodman G, Goodwin J, White S. Child sexual abuse and custody disputes: no easy answers. Journal of Interpersonal Violence, 1987, 2 (1): 91-105
19. Hornor G. Repeated Sexual Abuse Allegations: A Problem for Primary Care Providers. J Pediatr Health Care 2001, 15: 71-76
20. Δραγώνα Θ. Πατέρας ο ξεχασμένος γονιός. Στο: Τσιάντης Γ, Δραγώνα Θ. Μωρά και μητέρες. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999: 171-202
21. Δραγώνα Θ, Ναζίρη Δ. Οδεύοντας προς την πατρότητα-Εξιχνίαση μιας παραγνωρισμένης πορείας. Αθήνα: Εξάντας, 1995
22. Τσιάντης Ι. Ο ρόλος του πατέρα στην εξέλιξη του παιδιού. Ιατρική 1977, 31: 235-244
23. Τσιάντης Ι. Ο ρόλος του πατέρα. Στο: Τσιάντης Γ. Ψυχική υγεία του παιδιού και της οικογένειας. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη, 1991: 19-43 (αναδημοσίευση προηγούμενου άρθρου).
Περίληψη
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται και στη χώρα μας αύξηση των περιστατικών παιδιών που εμπλέκονται και ταλαιπωρούνται από τις μακροχρόνιες δικαστικές διαμάχες των χωρισμένων γονέων τους (γνωστά και ως «παιδιά του Αρμαγεδδώνα»). Τα διαζύγια που συνοδεύονται από έντονες διαμάχες και συγκρούσεις, αν και δεν αποτελούν την πλειοψηφία των περιστατικών που παραπέμπονται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας για παιδιά και εφήβους, συνδέονται με ψυχική φθορά στα ίδια τα παιδιά, στις οικογένειές τους, καθώς επίσης και στους ειδικούς ψυχικής υγείας ή άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Η συνεχιζόμενη έκθεση του παιδιού στις σοβαρές συγκρούσεις των γονιών του, είτε στα πλαίσια γάμου είτε στα πλαίσια διαρκούς ανταγωνισμού μετά το διαζύγιο, μπορεί να προκαλέσει σοβαρό κίνδυνο για την ψυχική του υγεία και ανάπτυξη. Παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν δύο καταστάσεις, οι οποίες συναντώνται με αυξημένη συχνότητα στα πλαίσια συγκρουσιακών διαζυγίων: 1) οι ψεύτικοι ισχυρισμοί για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών και 2) το σύνδρομο αποξένωσης από τον γονέα. Τονίζεται η ανάγκη για αξιόπιστη αξιολόγηση και διαχείριση τέτοιων περιπτώσεων καθώς και τα γενικότερα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την πολιτεία. Επίσης δε λόγω του αυξανόμενου όγκου περιπτώσεων με ψεύτικες καταγγελίες κακοποίησης, οι παιδοψυχίατροι να διαθέτουν την ειδική γνώση και εμπειρία ώστε να μπορούν να ξεχωρίζουν πραγματικές από ψεύτικες περιπτώσεις κακοποίησης. Επιπλέον, είναι απαραίτητο και άλλοι επιστήμονες που ασχολούνται με παιδιά π.χ. εισαγγελείς ανηλίκων, να ενημερωθούν για το φαινόμενο.
ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΚΟΛΑΪΤΗΣ
Επίκ. Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, Παιδοψυχιατρική Κλινική Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», Θηβών & Μικράς Ασίας,
ΠΗΓΗ .Επιστημονικό Περιοδικό Εγκέφαλος 2009, 46(4):159-163.